antiserum: αντιορός

antiserum (πλ antisera)


αντιορός



ο ορός του αίματος που περιέχει πολυκλωνικά αντισώματα μετά από έκθεση σε κάποια αντιγονική έκθεση πχ μόλυνση με ιό. Χρησιμοποιείται για την παθητική ανοσία (προσφορά έτοιμων αντισωμάτων) σε ασθενείς οι οποίοι δεν έχουν προλάβει να δημιουργήσουν τα αντισώματά τους όπως σε βακτηριακές τοξίνες ή δηλητήρια φιδιών.

Δεν υπάρχουν σχόλια: