thio- : θείο

thio- (αρχ ελλ θεῖον φυσικό ορυκτό που το χρησιμοποιούσαν για απολύμανση και κάθαρση)

θείο


πρόθεμα (prefix) οργανικών ενώσεων όπου ένα άτομο οξυγόνου έχει αντικατασταθεί από άτομο θείου.

Δεν υπάρχουν σχόλια: