pus :πύον

pus (λατ pus=σαπίζω)

πύο (ελλ. αρχ. πύον < πύθω =σαπίζω)

ένα κιτρινωπό υπόλευκο υγρό που περιέχει νεκρά κύτταρα βακτηρίων και πολυμορφοπύρτηνων λευκοκυττάρων καθώς και πλάσματος από διήθηση τριχοειδών  που δημιουργήθηκαν σε περιοχή μόλυνσης με μικρόβιο. Με απλά λόγια είναι το αποτέλεσμα μιας "μάχης" μεταξύ μικροοργανισμών ή ξένων σωματίων που εισβάλουν στον οργανισμό των σπονδυλοζώων και του αμυντικού μηχανισμού τους που διαθέτουν οι οργανισμοί αυτοί.

Δεν υπάρχουν σχόλια: