arena: άμμος, ψάμμος, κονίστρα

arena <λατιν. arena (= άμμος)]


άμμος, ψάμμος, κονίστρα


Σημ:αρένα σημαίνει επίσης έκταση καλυμμένη με άμμο στο κέντρο των ρωμαϊκών αμφιθεάτρων όπου αγωνίζονταν οι μονομάχοι

Δεν υπάρχουν σχόλια: